Η Γέφυρα του Σπανού βρίσκεται επί του Βενέτικου ποταμού, παραπόταμου του Αλιάκμονα και είναι το μεγαλύτερο σωζόμενο πέτρινο γεφύρι της Δυτικής Μακεδονίας με μήκος 85,0μ και μέγιστο άνοιγμα 14,35μ. Πρόκειται για πεντάτοξη, λιθόκτιστη κατασκευή του 1846, όπως μαρτυρεί χάραγμα σε θολίτη της 4ης καμάρας.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Η γέφυρα φέρει το όνομα του χορηγού της, Μουσταφά Πασά ή Σπανού, από το Αργυρόκαστρο, που χρηματοδότησε την κατασκευή με 50.000 γρόσια, και οικοδομήθηκε είτε στα ερείπια παλαιότερης -είτε πολύ κοντά- σε παλαιότερη 5τοξη γέφυρα του 15ου αι. από τον Βαγιαζήτ Γιλντιρίμ. Δίπλα στο γεφύρι βρίσκονταν Χάνι και ο τάφος του Σπανού, τα οποία δεν σώζονται. Στη δεξιά πρόσβαση της γέφυρας βρίσκεται μεταγενέστερο λιθόκτιστο εικονοστάσι.
Το 1995 χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού, ως έργο ανώνυμων μαστόρων, που γνώριζαν άριστα τη στατική συμπεριφορά των ευαίσθητων αυτών κατασκευών, μαζί με άλλα λίθινα γεφύρια του Νομού Γρεβενών που αποτελούν αξιόλογο σύνολο έργων οδοποιίας του 18ου και 19ου αιώνα και δίνουν σημαντικές πληροφορίες για τα περάσματα-δρόμους της εποχής. Τα πολυάριθμα λίθινα γεφύρια που απαντώνται στην ευρύτερη περιοχή δηλώνουν ένα αναπτυγμένο δίκτυο συγκοινωνιών.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Αποτελείται από πέντε ημικυκλικές καμάρες διαδοχικά αυξανόμενου ανοίγματος, που εδράζονται σε ογκώδη βάθρα στις βραχώδεις εξάρσεις του ποταμού. Τα μεσόβαθρα φέρουν πρισματικά έμβολα σε κάθε πλευρά και ανακουφιστικά τόξα, ώστε να αντέχουν στην έντονη ορμή των νερών σε περιόδους πλημμύρας. Τα υλικά κατασκευής είναι το τοπικό πέτρωμα (λαξεμένη λιθοδομή από ψαμμίτη), ποταμίσιοι λίθοι και ασβεστοκονίαμα. Τα τόξα διαθέτουν διπλή σειρά θολιτών και ενίσχυση με σιδηρούς ελκυστήρες. Το κατάστρωμα είναι ακανόνιστο με ποταμίσιους λίθους και φέρει στηθαίο από λίθινους αρκάδες.
Στη γέφυρα έγινε πλήθος επεμβάσεων τη δεκαετία του 1950, με σημαντικότερες την ανύψωση του καταστρώματος με νεώτερο δάπεδο σκυροδέματος, την τοποθέτηση στηθαίου σκυροδέματος που μεταγενέστερα αντικαταστάθηκε από μεταλλικό, την τοπική επικάλυψη λίθων από σκυρόδεμα λόγω εκτεταμένων επισκευών, την σφράγιση του 4ου ανακουφιστικού τόξου, και την κατασκευή φρεατίων παγίδευσης των ακραίων βάθρων με εκρηκτικά.
ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Δυτική Μακεδονία» 2014-2020, πραγματοποιήθηκαν εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης από το 2019 έως το 2023, με μέριμνα της Υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων του Υπουργείου Πολιτισμού, που επανέφεραν τη γέφυρα στην αρχική της μορφή.