Κ. Ν. 5351/1932 (ΦEK 275/A'/24.8.1932), άρθρα 9, 12, 52
ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΝΟΜΟΥ 5351/1932 "Περί κωδικοποιήσεως των διατάξεων του Νόμ. 5351 ώς και των εν ισχύϊ σχετικών διατάξεων των Νομ. ΒΧΜΣΤ', 2447, 491, 4823 και του Ν.Δ. της 12/16 Ιούν. 1926 εις εν ενιαίον κείμενον νόμου, φέρον τον αρίθ. 5351 και τον τίτλον "περί αρχαιοτήτων" (ΦEK 275/A'/24.8.1932)
Άρθρο 9.(2) "1. Περί τού διατηρητέου ακινήτου αρχαίου αποφαίνεται τό βραδύτερον εντός μηνός από τής δηλώσεως αυτού ο αρχαιολογικός έφορος, εν ή δέ περιπτώσει ευρίσκεται ούτος εν αμφιβολία,επιτροπή εκ τριών εφόρων οριζομένων υπό τού Yπουργείου, εντός δύο τό πολύ μηνών από τής δηλώσεως. Mετά πάροδον διμήνου από τής δηλώσεως ευρέσεως τού αρχαίου, εάν δέν ελήφθη απόφασίς τις περί αυτού, ο ιδιοκτήτης δικαιούται είς αποζημίωσιν διά τήν παρακώλυσιν τής χρήσεως τής ιδιοκτησίας αυτού(3). Παρελθόντος έτους από τής ημέρας τής δηλώσεως τής ευρέσεως τού αρχαίου, [άν δέν ελήφθη εισέτι απόφασίς τις περί αυτού, ο ιδιοκτήτης δύναται νά θεωρήση τούτο ώς μή διατηρητέον](4).O αρμόδιος αρχαιολογικός έφορος είναι υπεύθυνος διά τήν προσήκουσαν ενέργειαν πρός έγκαιρον εκτέλεσιν τών διατυπώσεων πρός απόφασιν περί τού διατηρητέου ακινήτου αρχαίου. Eάν είναι ανάγκη δοκιμαστικής σκαφής πρός εξακρίβωσιν τής σπουδαιότητος ακινήτου αρχαίου, δύναται ο αρχαιολογικός έφορος ή ο επιμελητής νά προβαίνη αμέσως είς ταύτην γνωρίζων τούτο τώ Yπουργείω, καί συνεννοούμενος περί τής δαπάνης (άρθρ. 8, Nόμ. 5351). 2. Η ως άνω σημειουμένη ενιαύσιος προθεσμία ισχύει και δια πάσαν αίτησιν ιδιώτου περί οικοδομήσεως ή εκτελέσεως οιουδήποτε έργου, συμφώνως προς το άρθρον 51 του παρόντος Νόμου, εφ' όσον δια την λήψιν αποφάσεως χρειάζεται η εκτέλεσις ανασκαφής ή οιασδήποτε χωροταξικής ή άλλης μελέτης. Εν ή περιπτώσει, δεν χρειάζεται τοιαύτη εργασία ή μελέτη, η προθεσμία απαντήσεως ορίζεται μέχρι διμήνου, προκειμένου ιδία περί τόπων ευρισκομένων μακράν της έδρας της περιφερειακής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Μετά την παρέλευσιν της ως άνω καθοριζομένης προθεσμίας, η αρμοδία ετέρα κρατική αρχή δύναται να εκδώση την ζητουμένην άδειαν και άνευ συγκαταθέσεως της αρμοδίας υπηρεσίας [της Γενικής Διευθύνσεως Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεων]. Προκειμένου περί αρχαιολογικών απαλλοτριώσεων το Αρχαιολογικόν Συμβούλιον υποχρεούται εις την άμεσον και κατ΄απόλυτον προτεραιότητα διενέργειαν των οικείων υποθέσεων, εντός του ταχυτέρου χρονικού διαστήματος."Άρθρο 12. Πάς κάτοχος αρχαίων αξιολόγων κατά τήν γνώμην τού αρχαιολογικού εφόρου οφείλει νά συμμορφούται πρός τάς οδηγίας τού αρχαιολογικού εφόρου τής περιφερείας ώς πρός τήν έκθεσιν καί συντήρησιν αυτών προκειμένου περί αποτροπής προφανούς κινδύνου. Άν ο κάτοχος διαφωνεί πρός τόν αρχαιολογικόν έφορον ώς πρός τήν σπουδαιότητα τών αρχαίων ή ώς πρός τά προτεινόμενα υπό τού εφόρου μέτρα συντηρήσεως, δύναται νά αναφέρηται είς τό Yπουργείον, όπερ κρίνει τελειωτικώς (άρθρ. 22, Nόμ. 5351).
Άρθρο 52.(5)1. H επισκευή ή καθ' οιονδήποτε τρόπον μετασκευή αρχαίων, βυζαντινών, μεσαιωνικών, ιστορικών μνημείων και οικοδομημάτων παλαιοτέρων τού 1830 γίνεται μόνον δια της υπηρεσίας [Aναστηλώσεως προτάσει τού διευθυντού αυτής](6) μετά γνωμοδότησιν τού αρχαιολογικού συμβουλίου (N.216/43. ά .14 &1). 2. Όστις ήθελε προβή εις επισκευήν ή δι' οιασδήποτε εργασίας μεταβολήν της όψεως τοιούτων μνημείων τιμωρείται δια προστίμου 20.000 έως 250.000 δραχμών και φυλακίσεως μέχρι τεσσάρων ετών. Eις την αυτήν ποινήν υπόκειται και ο Aρχιτέκνων μηχανικός ή εργολάβος όστις ήθελεν αναλάβει την εκτέλεσιν τοιαύτης εργασίας. H ποινή αύτη επιβάλλεται προς τούτοις εις τους υπευθύνους προϊσταμένους υπηρεσιών Δήμων ή Kοινοτήτων, εις τα Hγουμενοσυμβούλια, οι οποίοι ήθελον διατάξει ή ήθελον επιτρέψει να γίνωσιν εις τα υπό την δικαιοδοσίαν αυτών ιστορικά και καλλιτεχνικά εν γένει μνημεία ή εκκλησίας επισκευαί ή άλλαι εργασίαι μεταβάλλουσαι οπωσδήποτε την όψιν αυτών (N. 216/43, ά.14 & 2). 3. Oι επισκευές, όσες κατόπιν γνωμοδοτήσεως τού Aρχαιολογικού Συμβουλίου επιβάλλεται να γίνουν σε αρχαία ή ιστορικά κτίρια που ανήκουν σε ιδιώτες ή νομικά πρόσωπα, πρέπει να εκτελούνται από τους ιδίους απροφασίστως και χωρίς αναβολή, με δική τους δαπάνη. Σε περίπτωση αρνήσεως των ενδιαφερομένων να εκτελέσουν το υποδεικνυόμενα έργα, το Δημόσιο εκτελεί τις επισκευές με δική του δαπάνη. Σε αυτή την περίπτωση μπορεί να καταλογίζει τη σχετική δαπάνη σε βάρος των υποχρέων. Oι ιδιοκτήτες ή νομείς των κτιρίων αυτών έχουν την υποχρέωση να δέχονται τις πιο πάνω παρεμβάσεις. Σε περίπτωση όμως που οι υπόχρεοι βρίσκονται σε αδυναμία να αντιμετωπίσουν αυτή τήν δαπάνη, μπορεί το σύνολο ή μέρος της δαπάνης επισκευών να αναληφθεί από το Δημόσιο. Mε Π Δ/μα που εκδίδεται με πρόταση του Yπουργού Πολιτισμού [και Eπιστημών](7), μπορεί να ρυθμιστούν οι διαδικασίες για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής, τα αρμόδια για κάθε περίπτωση όργανα, οι διοικητικές κυρώσεις για πράξεις ή παραλείψεις που αντιβαίνουν στις πιο πάνω διατάξεις και κάθε σχετική ή συμπληρωματική λεπτομέρεια (N.1337/83, ά.32 & 5).(8) Σημειώσεις
1. Βλ. και άρθρο 12 του Κ. Ν. 5351/1932 σε " κατοχή αρχαιοτήτων ". 2. Το άρθρο 9 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με την προσθήκη της παραγράφου 2 του Ν.Δ. 4543/1966 (ΦΕΚ 184/Α'/19.9.1966). 3. Βλ. άρθρο8 ίδιου νόμου σε "αρχαιότητες, αποζημιώσεις - αμοιβές" 4. Βλ. όμως άρθρο 51 του ίδιου νόμου σε "απαλλοτριώσεις". 5. Το άρθρο 52 του Κ. Ν. 5351/1992 αφορά και στα νεότερα του 1830 μνημεία, σύμφωνα με το Ν. 1469/1950 (ΦEK 169/Α'/7.8.1950),άρθρα 1 - 6, σε "νεότερα μνημεία και έργα τέχνης". Το άρθρο 52 τίθεται όπως έχει τροποποιηθείκαι ισχύει με το άρθρο 14 του Ν. 216/1943 και το άρθρο 32 παρ. 5 του Ν. 1337/1983 (ΦΕΚ 33/Α'/ 14.3.1983), βλ. σχετική ερμηνευτική εγκύκλιο ΥΠΠΟ/ΔΑΜΔ/ Φ.800/ 35237/17.7.1995. 6. Νοείται η αρμόδια (κεντρική ή περιφερειακή)υπηρεσία του ΥΠ.ΠΟ, βλ. προσθήκη ερμηνευτικής εγκυκλίου ΥΠΠΟ/ΔΑΜΔ/Φ.800/ 35237/17.7.1995, παρ. 3. 7. Ήδη Πολιτισμού. 8. Βλ. ήδη και παρ. 4 του άρθρου 9 του N. 2557/1997 (ΦΕΚ 271/A'/24.12.1997), σε "Απαγόρευση έργων σε αρχαιολογικούς χώρους χωρίς άδεια".
Είδος αρχαιολογικής νομοθεσίας: |
Διατήρηση - συντήρηση
|