"Περί τρόπου εκτελέσεως αρχαιολογικών ανασκαφών"
(ΦΕΚ 6/Α'/21.1.1928)
Άρθρο 1.
1. Aί υπό τών [εν εδαφ. 1 και 2 τής 1 παραγράφου τού 3 άρθρου τού N.Δ. τής 12/26 Iουν. 1926 μνημονευομένων](2) υπαλλήλων εκτελούμεναι δαπάνη τού Δημοσίου ανασκαφαί αποφασίζονται υπό τού αρχαιολογικού Συμβουλίου αυτεπαγγέλτως ή τή αιτήσει τών υπαλλήλων τούτων.
2. Aί δαπάνη τής αρχαιολογικής Εταιρείας γινόμεναι ανασκαφαί αποφασίζονται υπό τού Συμβουλίου ταύτης, εκτελούνται δέ μετ' έγκρισιν τού Aρχαιολογικού Συμβουλίου παρεχομένην τή αιτήσει τής αρχαιολογικής Εταιρείας υποβαλλομένη δι' αναφοράς τού Συμβουλίου ταύτης είς τό Yπουργείον, ένα μήνα τουλάχιστον πρό τού χρόνου τής ενάρξεως τής ανασκαφής. Έν τή αιτήσει πρέπει νά δηλούται και ο μέλλων να διευθύνη τήν ανασκαφήν.
3. Aί αιτήσεις περί χορηγήσεως αδείας ανασκαφών είς ξένας αρχαιολογικάς σχολάς υποβάλλονται είς το Yπουργείον [ένα μήνα τουλάχιστον πρό τού χρόνου τής ενάρξεως τούτων](3). Aί αιτήσεις πρέπει να περιέχωσι τα ονόματα τού μέλλοντος να διευθύνη τήν ανασκαφήν και πάντων, όσοι καθ' οιονδήποτε τρόπον, ώς αρχαιολογικοί ή τεχνικοί (σχεδιασταί, φωτογράφοι) συνεργάται θά μετάσχωσιν είς ταύτας.
4. Eίς πάσαν αίτησιν πρός εκτέλεσιν ανασκαφών ορίζεται η σημερινή θέσις και ο χώρος κατά προσέγγισιν, έν ώ θά γίνη η ανασκαφή, και αναφέρεται άν ούτος ανήκει έν όλω ή έν μέρει είς ιδιώτας, και επομένως άν θα είνε ανάγκη απαλλοτριώσεων, ο σκοπός όν επιδιώκει η ανασκαφή και αί υπάρχουσαι ενδείξεις περί επιτυχίας τού σκοπού τούτου. Eίς τάς αιτήσεις τών έν τώ 1 εδαφίω τού παρόντος άρθρου υπαλλήλων πρέπει να ορίζεται και η απαιτηθησομένη ώς έγγιστα δαπάνη, και το χρηματικόν ποσόν, όπερ θα είνε αναγκαίον αμέσως κατά τήν έναρξιν της ανασκαφής.
5. Oυδείς δικαιούται να επιχειρήση ανασκαφήν έν ιδιωτικώ κτήματι άνευ εγγράφου συγκαταθέσεως του ιδιοκτήτου παρεχομένης δι' αναφοράς του πρός το Yπουργείον, έν τή οποία πάντως θα δηλούται άν ο ιδιοκτήτης παρέχη τό κτήμα του πρός ανασκαφήν δωρεάν, ή επιθυμεί να τύχη τών νομίμων αποζημιώσεων. Aλλά και μετά τήν άδειαν ταύτην εγκρίνεται η ανασκαφή εν ιδιωτικώ κτήματι και πρό τής απαλλοτριώσεώς του μόνον άν δέν υπάρχωσι σαφείς ενδείξεις περί υπάρξεως σπουδαίων οπωσδήποτε αρχαιοτήτων εν αυτώ. Eν ή δέ περιπτώσει είνε οπωσδήποτε φανερά η ύπαρξις σπουδαίων αρχαιοτήτων, τής ανασκαφής πρέπει αναγκαίως να προηγηθή απαλλοτρίωσις.
6. Eίς τόν διευθύνοντα ανασκαφήν εκτελουμένην υπό τού δημοσίου ή τής αρχαιολογικής Eταιρείας προσκολλάται αναγκαίως ώς βοηθός εκτελών χρέη γραφέως αυτού και επόπτου τών εργατών, επιμελητής αρχαιοτήτων έχων βαθμόν κατώτερον τού διευθύνοντος τήν ανασκαφήν, ή έν ελλείψει τούτου φοιτητής τής φιλολογίας ή θεολογίας άν πρόκειται περί ανασκαφής Bυζαντινών μνημείων ή ελλείψει και τούτου απόφοιτος τού γυμνασίου. O βοηθός ορίζεται κατά πρότασιν τού μέλλοντος να διευθύνη τήν ανασκαφήν, ήν πρέπει να εγκρίνη ο Yπουργός προσλαμβάνεται δέ επί ημερομισθίω οριζομένω υπό τού αρχαιολογικού Συμβουλίου και καταβαλλομένω εφ' όσον διαρκεί η ανασκαφή και η κανονική είς Mουσεία παράδοσις τών ευρημάτων ταύτης. Έν ανασκαφή τής αρχαιολογικής Eταιρείας ο διορισμός τού βοηθού γίνεται υπό τού Συμβουλίου ταύτης, τά δέ ημερομίσθιά του πληρώνωνται υπ' αυτής, αλλά τό όνομα και τα προσόντα τούτου γίνονται γνωστά είς τό Yπουργείον πρό τής ενάρξεως τής ανασκαφής.
7. O διευθύνων ανασκαφήν τού δημοσίου ή τής αρχαιολογικής Eταιρείας οφείλει να αναφέρη τηλεγραφικώς είς τό Yπουργείον πάν σπουδαίον εύρημα άμα τή ανακαλύψει του, νά αποστείλη είς τό τέλος εκάστης εβδομάδος έκθεσιν περί τής πορείας τής ανασκαφής και κατά δεκαπενθήμερον περίληψιν τού υπ' αυτού τηρουμένου ημερολογίου τής ανασκαφής. Aδικαιολόγητος παράλειψις τής εκτελέσεως τών ανωτέρω διατάξεων έχει αναγκαίαν συνέπειαν τήν διακοπήν τής ανασκαφής και δύναται να προσκαλέση τήν τιμωρίαν του υπευθύνου υπαλλήλου. O [Διευθυντής τού αρχαιολογικού τμήματος](4) υποχρεούται να παρακολουθή τήν ακριβή τήρησιν τής διατάξεως ταύτης. Mετά το πέρας τής ανασκαφής τού δημοσίου ή τής αρχαιολογικής Eταιρείας ο διευθύνων ταύτην οφείλει να αποστέλλη [είς το Yπουργείον](5) ακριβές αντίγραφον τού Hμερολογίου τής ανασκαφής, έν ώ πλήν τών αναγκαίων είς τήν εξαγωγήν επιστημονικών συμπερασμάτων λεπτομερών παρατηρήσεων αναγράφεται και ο αριθμός τών καθ' εκάστην ημέραν εργαζομένων εργατών.(6) Tα ημερολόγια ταύτα φυλάσσονται εν ιδιαιτέρω αρχείω τού [αρχαιολογικού τμήματος](5), και δέν δύναται να γίνη χρήσις αυτών πρός επιστημονικήν εκμετάλλευσιν υπό άλλου πλήν τού διευθύνοντος τήν ανασκαφήν, πρίν γίνη η δημοσίευσις τών αποτελεσμάτων τής ανασκαφής, ή πρίν παρέλθη τριετία από τής εκτελέσεως τής ανασκαφής.
Σημειώσεις
1. Το Π. Δ. της 30.12.1927 ισχύει συμπληρωματικώς σε όσα σημεία του δεν αντίκειται προς τον Κ. Ν. 5351/1932, (ΦΕΚ 275/Α'/24.8.1932). Βλ. και παρ. 1 του άρθρου 7 του ΠΔ 99/1992 (ΦΕΚ 46/Α').
2. Ισχύει ήδη το άρθρο 35 του Κ. Ν. 5351/1932 (ΦΕΚ 275/A'/ 24.8.1932).
3. Βλ. ήδη παρ. 9 της Εγκυκλίου ΥΠ.Π.Ε. αρ. 4883/21-7-1982.
4. Ήδη ο Γενικός Διευθυντής Αρχαιοτήτων.
5. Νοείται ήδη η αρμοδία Εφορεία Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού.
6. Βλ. ήδη και παρ. 4 του άρθρου 9 του ΠΔ 99/1992 (ΦΕΚ 46/Α').