Ο επιβλητικός ναός, της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, βρίσκεται στην Χριστιανούπολη της Μεσσηνίας και χρονολογείται στον 11ο αιώνα. Το 1075 ή το 1086 οι Χριστιανοί αναβαθμίζονται από Επισκοπή σε Αρχιεπισκοπή και αυτό μαρτυρά την σπουδαιότητα της περιοχής. Αργότερα κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας γνώρισε μεγάλη ακμή, καθώς η περιοχή είχε τότε 300 ιερείς και 10.000 σπίτια. Η έδρα της μητρόπολης διατηρήθηκε μέχρι το 1833 οπότε και μεταφέρθηκε στην Κυπαρισσία ενώ ο ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος και το Επισκοπείο εγκαταλείφθηκαν .
Ο ναός είναι οκταγωνικού τύπου, με τρούλο, θολοσκεπή υπερώα στην βόρεια και νότια πλευρά και νάρθηκα στον οποίο οδηγούν τρία θυρώματα. Το χαρακτηριστικό στοιχείο των οκταγωνικών ναών είναι ο ευρύς τρούλος, που δημιουργεί έναν μεγάλο τετράγωνο ελεύθερο κεντρικό χώρο. Ο τετράγωνος χώρος, μετασχηματίζεται σε κύκλο πάνω στον οποίο στηρίζεται ο τρούλος, μέσω τεσσάρων ημιχωνίων στις γωνιές και τεσσάρων τόξων. Η στήριξη του τρούλου σε οκτώ σημεία, δίνει και το όνομα στον τύπο αυτό του ναού. Δυτικά υπάρχει μεγάλο πρόσκτισμα, από το οποίο σώζεται σήμερα μόνο το ισόγειο και στο οποίο διακρίνονται τουλάχιστον δύο οικοδομικές φάσεις. Αρχικά υπήρχε ένα πρόπυλο μπροστά από την δυτική είσοδο του ναού, που αργότερα επεκτάθηκε τόσο πέριξ αυτού όσο και καθ' ύψος, διαμορφώνοντας ένα ευρύχωρο και μεγαλόπρεπο διώροφο Επισκοπείο.
Ο ναός είναι κατασκευασμένος με το πλινθοπερίκλειστο σύστημα δόμησης, ενώ στο κάτω μέρος της τοιχοποιίας του σχηματίζονται μεγάλοι λίθινοι σταυροί. Υπάρχει επίσης ποικιλία παραθύρων, μονόλοβων, δίλοβων και τρίλοβων. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαμόρφωση του επισκοπικού θρόνου στην κόγχη του κυρίως βήματος, με διπλή σκάλα ανόδου, δεξιά και αριστερά της Αγίας Τράπεζας. Επίσης σώζονται σπαράγματα τοιχογραφιών κυρίως στην κόγχη του ιερού.
Στον σεισμό της 27ης Αυγούστου 1886 κατέπεσε ο τρούλος του ναού, παρασύροντας την θολοδομία και τις τοιχοποιίες του. Έτσι ο ναός μέχρι τα μισά του 20ου αιώνα είχε την μορφή ενός ερειπίου. Η Υπηρεσία Αναστηλώσεων το 1950-1955 με τον Αναστάσιο Ορλάνδο και τον Ευστάθιο Στίκα, επέβλεψαν το έργο αναστήλωσης, στο οποίο περιλαμβάνονταν η κατασκευή τρούλου από οπλισμένο σκυρόδεμα και η αποκατάσταση της ανωδομής του. Με την πάροδο του χρόνου το μνημείο παρουσίαζε εικόνα εγκατάλειψης και παρουσιάστηκαν στατικά προβλήματα που έχρηζαν αντιμετώπισης. Έτσι το 1999 ανατέθηκε με τις διαδικασίες του Ν.716/77, από την Διεύθυνση Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, η εκπόνηση μελέτης τεκμηρίωσης, αποκατάστασης και στερέωσης του μνημείου, στους αρχιτέκτονες Σωτήρη Βογιατζή και Έφη Δεληνικόλα. Το έργο εντάχθηκε στο χρηματοδοτικό πρόγραμμα ΕΣΠΑ 2007-2013 από την Περιφέρεια Πελοποννήσου, με συμβατικό προϋπολογισμό 2.861.982€.
Οι εργασίες αποσκοπούσαν τόσο στην στερέωση του μνημείου, όσο και στην μορφολογική του αποκατάσταση, προκειμένου αυτό να αποδοθεί λειτουργικό στο κοινό τόσο της περιοχής όσο και ευρύτερα, ως επισκέψιμος χώρος. Όλες οι εργασίες έγιναν με βάση τις διεθνείς αρχές αναστήλωσης και με κριτήριο την διάσωση και διατήρηση όσο το δυνατόν περισσότερων αυθεντικών του στοιχείων.
Αναλυτικά στο ναό έγινε στερέωση με τοπικά ενέματα των τοιχοποιιών του, τοποθέτηση μεταλλικών ενισχύσεων στα τέσσερα ημιχώνια κάτω από τον τρούλο και ενίσχυση των πεσσών με αγκύρια τιτανίου, επισκευή των οξειδωμένων οπλισμών του νεωτερικού τρούλου, τοποθέτηση μεταλλικών ελκυστήρων και ξύλινων θλιπτήρων στα τόξα, στερέωση των εξωραχίων των θόλων, στεγάνωση και τοποθέτηση βυζαντινού τύπου κεραμιδιών, αποκατάσταση του δυτικού ανοίγματος προς τον νάρθηκα με χρήση των αρχικών αρχιτεκτονικών μελών τα οποία συμπληρώθηκαν με νέο μάρμαρο, κατασκευή με μάρμαρο της δυτικής κλίμακας ανόδου, στερέωση των τμημάτων του αρχικού δαπέδου και συμπλήρωση του υπολοίπου με νέο μάρμαρο, τοποθέτηση φύλλων μολύβδου στις θέσεις των τοιχοποιιών, που είχαν γίνει οι συμπληρώσεις από το Στίκα, κατασκευή ξύλινου μεσοπατώματος στον νάρθηκα, στερέωση των λειψάνων του επισκοπικού θρόνου, καθαρισμοί και στερεώσεις σπαραγμάτων τοιχογραφιών, στερέωση των αρχικών αυθεντικών αρμολογημάτων και συμπλήρωση με νέα, ίδιας υφής, χρώματος και σύνθεσης, σε όλο το ναό, κατασκευή εξωτερικού περιμετρικού διαδρόμου για την απομάκρυνση των όμβριων.
Στο Επισκοπείο έγιναν καθολικά ενέματα στις τοιχοποιίες, στερέωση των θόλων, στεγάνωση και επίστρωση με κονίαμα από κουρασάνι το οποίο αποτελεί το δάπεδο του βατού δώματος, κατασκευή αποστραγγιστικής τάφρου περιμετρικά, αποκατάσταση της εξωτερικής σκάλας και της εσωτερικής κλίμακας ανόδου στο όροφο πάνω από την οποία τοποθετήθηκε διαφώτιστο μεταλλικό στέγαστρο, κθαρισμοί αλάτων από τις εσωτερικές τοιχοποιίες, τοποθέτηση ξύλινων ανωφλίων σε όσα ανοίγματα είχαν καταστραφεί, τοποθέτηση λιθόπλακων στο δάπεδο όμοιων με αυτά που βρέθηκαν in situ, κατασκευή νέων σιδηρών θυρών, διαμόρφωση τόσο της νότιας, όσο και της βόρειας εισόδου, τοποθέτηση ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων.
Επίσης κατά την διάρκεια των εργασιών έγιναν ανασκαφικές έρευνες από την ΕΦΑ Μεσσηνίας κατά τις οποίας αποκαλύφθηκαν ταφές στην περιοχή του νάρθηκα του Ναού. Στο Επισκοπείο αποκαλύφθηκαν χώροι σε επαφή με την βόρεια πλευρά, καθώς και λείψανα του τρόπου διαμόρφωσης των διαμερισμάτων στον όροφο.
Εντάσσεται στο πρόγραμμα ΕΣΠΑ 2007-2013
Χρηματοδότης: ΕΣΠΑ 2007-2013