Στην Τ.Κ Κομποτάδων, Δήμου Λαμίέων και στο λόφο του Προφήτη Ηλία εντοπίστηκε νεκροταφείο, έπειτα από λαθρανασκαφή. Οι θαλαμοειδείς τάφοι είναι λαξευμένοι στην ΒΑ, Α και ΝΑ πλευρά του χαμηλού ασβεστολιθικού λόφου, όπου το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία (εικ.1). Έχουν ερευνηθεί δύο μεγάλες συστάδες τάφων, μια στα ΝΑ, κοντά στην εκκλησία, όπου έχουν ανασκαφεί μέχρι τώρα 14 τάφοι, και μια στο ΒΑ τμήμα του λόφου, όπου έχουν ανασκαφεί 22 τάφοι. Οι θάλαμοι είναι στην πλειονότητά τους κυκλικοί – ελλειψοειδείς ή ορθογώνιοι, με δρόμους που ποικίλουν σε διαστάσεις και σε αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά. Ορισμένοι φέρουν είτε κόγχες δευτερογενών ταφών στο δρόμο ή στο θάλαμο, είτε λάκκους στο δάπεδο του θαλάμου. Σημαντική είναι η αποκάλυψη του πλούσια κτερισμένου μεγάλου μυκηναϊκού θαλαμοειδούς τάφου ΧΧVΙΙΙ, και του μεγάλου επίσης τάφου XXXVI, του οποίου η οροφή είχε λαξευτεί σε μορφή δίρριχτης στέγης με κεντρική οριζόντια δοκό κατά τον επιμήκη άξονα του θαλάμου.
Το μεγάλο ενδιαφέρον του νεκροταφείου στις Κομποτάδες έγκειται στην διαχρονική του χρήση από τις αρχές του 14ου αιώναπ.Χ. μέχρι και το τέλος του 3ου αιώνα π.Χ, ενώ πρόσφατα ανασκάφηκαν και απλοί λακκοειδείς Υστερορωμαϊκοί – Βυζαντινοί τάφοι. Επιπλέον, η ταφική χρήση του χώρου και στο τέλος της Νεολιθικής εποχής, βεβαιώθηκε από ευρήματα που εντοπίστηκαν σε ένα φυσικό σπηλαιώδες έξαρμα. Οι δοκιμαστικές τομές που έγιναν σε πολλά σημεία του λόφου έδειξαν ότι κατά την Π.Ε.Χ., αλλά και πιθανότατα κατά την Μ.Ε.Χ., ο λόφος του Προφήτη Ηλία είχε κατοικηθεί σποραδικά. Ωστόσο, δεν βρέθηκαν μέχρι τώρα οικιστικά κατάλοιπα, παρά μόνο ενδεικτική κεραμική. Έως το τέλος του 2015 αποκαλύφθηκαν συνολικά 36 θαλαμοειδείς τάφοι, εκ των οποίων οι 15 συλημένοι και διαταραγμένοι και οι 21 ασύλητοι.Από τους μη διαταραγμένους θαλαμωτούς τάφους, 6 τάφοι περιείχαν ταφές της Μυκηναϊκής περιόδου, 5 της Πρωτογεωμετρικής/Γεωμετρικής, 2 της Μυκηναϊκής και της Πρωτογεωμετρικής/Γεωμετρικής, 2 της Μυκηναϊκής και της Κλασικής/Ελληνιστικής περιόδου, 2 Πρωτογεωμετρικής και Αρχαϊκής, 1 της Πρωτογεωμετρικής, Αρχαϊκής και Κλασικής,1 της Αρχαϊκής και Κλασικής, και τέλος 2 τάφοι που χρησιμοποιήθηκαν από τη Μυκηναϊκή έως και την Κλασική/Ελληνιστική περίοδο.
Τα ευρήματα από τη Μυκηναϊκούς τάφους χρονολογούνται κυρίως από την ΥΕ ΙΙΒ-ΙΙΙΑ1 έως και την πρώιμη ΥΕΙΙΙΓ περίοδο (αρχές 14ου έως τις αρχές του 12ου αιώνα π.Χ.). Οι Μυκηναϊκοί τάφοι περιείχαν πολλά αγγεία, είτε προϊόντα τοπικού(ων) εργαστηρίου(ων) ή εισηγμένα αγγεία από άλλα ανακτορικά κέντρα (όπως πιθαμφορίσκοι, αλάβαστρα, ψευδόστομοΟι περισσότεροι θαλαμοειδείς τάφοι του νεκροταφείου χρησιμοποιήθηκαν εκ νέου κατά την Γεωμετρική περίοδο. Οι μυκηναϊκές πρωτογενείς ταφές εντοπίστηκαν σε ορισμένους τάφους εντός λάκκων στο δάπεδο του θαλάμου με τα κτερίσματά τους ή με τουλάχιστον κάποια από αυτά. Σε άλλους τάφους τα μυκηναϊκά κτερίσματα είχαν αφαιρεθεί, κατά το πλείστον, και ο θάλαμος είχε καθαριστεί, για να δεχτεί τις ταφές της Γεωμετρικής περιόδου.
Οκτώ θαλαμοειδείς τάφοι είχαν χρησιμοποιηθεί κατά την διάρκεια των ιστορικών χρονών, στην Αρχαϊκή, Κλασική και πρώιμη Ελληνιστική περίοδο. Από αυτούς περιέρχονται σημαντικά αγγεία, εντυπωσιακά χάλκινα κοσμήματα και αγγεία, καθώς και προσωπικά αντικείμενα. Μερικά από τα αγγεία, (αρυβαλοειδή αρχαϊκά ληκύθια, λήκυθοι και ληκύθια με ερυθρόμορφες παραστάσεις) έχουν πιθανότατα κατασκευαστεί σε αθηναϊκά, κορινθιακά και βοιωτικά εργαστήρια, επιβεβαιώνοντας την σημασία της αρχαίας πόλης στην οποία ανήκε το νεκροταφείο. Δύο ορθογώνιοι λακκοειδείς τάφοι ανακαλύφθηκαν μέχρι τώρα, οι οποίοι περιείχαν ακτέριστες ταφές, πιθανώς της ύστερης Ρωμαϊκής – Βυζαντινής περιόδου, όπως υποδεικνύουν η θέση του κεφαλιού και των χεριών.
Χρηματοδότης: Τακτικός Προϋπολογισμός του ΥΠΠΟΑ