Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης έχει έδρα τη Θεσσαλονίκη και είναι από τα μεγαλύτερα μουσεία της χώρας και το κεντρικό μουσείο της Βόρειας Ελλάδας. Στεγάζεται σε κτήριο που κατασκευάστηκε το 1962 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Πάτροκλου Καραντινού, αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα του ελληνικού μοντερνισμού και είναι κηρυγμένο ως διατηρητέο μνημείο της νεότερης κληρονομιάς. Οι μόνιμες εκθέσεις των συλλογών του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης περιλαμβάνουν μοναδικά αριστουργήματα της αρχαίας ελληνικής τέχνης που χρονολογούνται από την προϊστορική εποχή έως τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες και φωτίζουν όψεις του πολιτισμού που αναπτύχθηκε στη Μακεδονία, κυρίως στην περιοχή της Θεσσαλονίκης και των όμορων νομών. Tο Αρχαιολογικο Μουσείο Θεσσαλονίκης αναπτύσσει μία δραστήρια και πολυεπίπεδη στρατηγική, η οποία χαρακτηρίζεται από πλούσιο πρόγραμμα περιοδικών εκθέσεων, αρχαιολογικού αλλά και εικαστικού χαρακτήρα, συμμετοχές σε εκθέσεις εσωτερικού και εξωτερικού, συνέργειες σε επίπεδο τοπικό, περιφερειακό και διακρατικό, έμφαση στη χρήση των νέων τεχνολογιών και διοργάνωση πολυάριθμων δραστηριοτήτων επιστημονικού και εκπαιδευτικού περιεχομένου (συνέδρια, συμπόσια, ημερίδες, διαλέξεις, εργαστήρια, εκπαιδευτικά προγράμματα, θεματικές ξεναγήσεις κ.ά.), ενώ ανάλογη έμφαση δίνεται στη διοργάνωση εκδηλώσεων πολιτιστικού, ψυχαγωγικού και επικοινωνιακού χαρακτήρα που απευθύνονται στο ευρύ κοινό. Με μία φράση το “Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης είναι ένα μουσείο για όλους”.
Από το 2002 (Π.Δ. 401/2001) το Μουσείο λειτουργεί ως ειδική περιφερειακή υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού επιπέδου διεύθυνσης, που υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του ΥΠΠΟΑ. Η οργάνωσή του διέπεται από τον Αρχαιολογικό Νόμο και το Π.Δ. 4/2018 (ΦΕΚ Α΄ 7/2018). Απαρτίζεται από έξι συνολικά τμήματα: το τμήμα Συλλογών Κεραμικής και Μεταλλοτεχνίας, το τμήμα Συλλογών Λίθινων, Τοιχογραφιών και Ψηφιδωτών, το τμήμα Εκθέσεων, Επικοινωνίας και Εκπαίδευσης, το τμήμα Συντήρησης, Χημικών και Φυσικών Ερευνών και Αρχαιομετρίας, το τμήμα Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης, καθώς και το τμήμα Τεχνικής Υποστήριξης και Μουσειογραφίας.
Οι κυριότεροι στόχοι του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης είναι:
α) Η φύλαξη, συντήρηση, καταγραφή, τεκμηρίωση, έρευνα, μελέτη, δημοσίευση και κυρίως η έκθεση και προβολή στο κοινό των φυλασσόμενων σε αυτό Πολιτιστικών Αγαθών.
β) Ο εμπλουτισμός των Συλλογών του με την αποδοχή δωρεών εκ μέρους φυσικών προσώπων, φορέων ή ιδρυμάτων, με προϊόντα κατασχέσεων, με αγορές από την Ελλάδα και το εξωτερικό και με πολιτιστικά αγαθά από όλη την Επικράτεια, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες, Κεντρικές και Περιφερειακές της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, καθώς και με κάθε άλλο νόμιμο τρόπο.
γ) Η συμμετοχή σε διεθνή και ευρωπαϊκά προγράμματα, η διοργάνωση και η συμμετοχή σε ημερίδες, συνέδρια, σεμινάρια. Επιπροσθέτως, ο σχεδιασμός, η οργάνωση και η παρουσίαση εκπαιδευτικών προγραμμάτων, εκδηλώσεων ανάδειξης του πολιτιστικού αποθέματος, η προβολή των επικοινωνιακών δράσεων, καθώς και η παραγωγή συμβατικών και ψηφιακών εκδόσεων και εκπαιδευτικού υλικού.
δ) Η πρακτική άσκηση φοιτητών/σπουδαστών ΑΕΙ/ΤΕΙ στους χώρους αρμοδιότητας του, εφόσον δεν προκύπτει δαπάνη που θα βαρύνει το ΥΠ.ΠΟ.Α..
ε) Η διευκόλυνση των μελετητών – ερευνητών.
στ) Η προώθηση θεμάτων αρμοδιότητάς του στο αντίστοιχο γνωμοδοτικό συμβούλιο του ΥΠ.ΠΟ.Α
ζ) Για την υλοποίηση των δράσεων του εγκεκριμένου Επιχειρησιακού Σχεδίου, το Μουσείο δύναται να συνάπτει και προγραμματικές συμβάσεις ή μνημόνια συνεργασίας με φορείς του Δημοσίου, της Περιφερειακής Διοίκησης, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αλλά και του ευρύτερου Δημοσίου Τομέα με βάση τα οριζόμενα στην κείμενη νομοθεσία. Επιπλέον, για τον ίδιο σκοπό, δύναται να διαχειριστεί χορηγίες ή δωρεές, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.