Κύριε Πρόεδρε
Κυρίες και κύριοι βουλευτές
Εφέτος συμπληρώνονται τρεις δεκαετίες, που η Βουλή των Ελλήνων, με τη ζηλευτή σύμπνοια όλων των κοινοβουλευτικών πτερύγων, εκπλήρωσε ένα σημαντικό χρέος, εθνικό και οικουμενικό: Την καθιέρωση της 19ης Μαΐου, ως Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Και αυτή η κοινή απόφαση αποτελεί μία πράξη ιστορικής δικαιοσύνης, με πανανθρώπινη ακτινοβολία. Αποτίει τον ελάχιστο φόρο τιμής στα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα μιας ανείπωτης θηριωδίας, σφαγής, διωγμών, δήωσης και, εντέλει, ξεριζωμού.
Οι Έλληνες του Πόντου, ένα από τα πιο δυναμικά τμήματα του Ελληνισμού, κατέβαλε βαρύ φόρο αίματος, ώσπου να ξεριζωθεί βίαια από την πατρογονική του εστία. Τις δολοφονίες των χιλιάδων θυμάτων, που σφαγιάστηκαν, τον ξεριζωμό των χιλιάδων ψυχών, που πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς, ανέστιοι και πένητες, ακολούθησε η συστηματική, ανυπολόγιστη καταστροφή της μοναδικής πολιτιστικής κληρονομιάς του. Σβήστηκε το ελληνικό γένος από τις ακτές και την ενδοχώρα του Πόντου, που, επί 25 αιώνες, υπερασπιζόταν με την διαχρονική δημιουργική παρουσία του.
Τεκμηριώνεται αδιάψευστα, από την ενδελεχή ιστορική έρευνα, η οποία και εισφέρει συνεχώς νέα πειστήρια, ότι οι θηριωδίες κατά των Ποντίων, αποτέλεσαν μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου για τη συρρίκνωση και τον αφανισμό του ελληνικού στοιχείου της Ανατολής. Ανήκουστες δηώσεις, καταστροφές, σφαγές, και συστηματική εξόντωση στα αμελέ ταμπουρού με χιλιάδες θύματα γνώρισε και ο Μικρασιατικός Ελληνισμός. Ίδια μοίρα, βαρύτερη σε φόρο αίματος είχε και ο βασανισμένος, αλλά και τόσο ηρωικός λαός των Αρμενίων. Οι διωγμοί που είχαν αρχίσει ήδη, από τα τελευταία χρόνια της -υπό αποσύνθεση- Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, πήραν συστηματική μορφή και κορυφώθηκαν με την ανάδυση του εθνικού κινήματος του Κεμάλ.
Οι γείτονές μας έχουν κάθε δικαίωμα να το τιμούν ως ιδρυτικό γεγονός του σύγχρονου εθνικού τους βίου, συγχρόνως, όμως, οφείλουν -επειδή αυτό απαιτεί η αντικειμενική Ιστορία- να μην αποστρέφουν το βλέμμα από τις σκοτεινές πλευρές του, αναγνωρίζοντας τα αποτρόπαια γεγονότα που έχουν καταγραφεί με αδιάσειστα ιστορικά τεκμήρια.
Για να καταστεί η Γερμανία αποδεκτή από την παγκόσμια κοινότητα, μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, για να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με όλες χώρες, αναγνώρισε την ηθική και υλική τραγωδία, που επέφερε η εκτέλεση της οργανωμένης «τελικής λύσης», μετρώντας τα εκατομμύρια θύματα του Ολοκαυτώματος. Σε αυτήν, την άνευ ουδεμιάς σκιάς, απόλυτη παραδοχή στηρίχθηκε η εκκαθάριση του παρελθόντος της Γερμανίας, ο ομαλός πολιτικός βίος της και, κυρίως, η οικοδόμηση μιας ώριμης κοινωνίας με δημοκρατικές ευαισθησίες. Τα τελευταία χρόνια η αναγνώριση της γενοκτονίας του Ελληνισμού του Πόντου πολλαπλασιάζεται στην διεθνή κοινότητα, από χώρες, διεθνείς οργανισμούς, ομοσπονδιακές και υποκρατικές οντότητες. Αν και το Ολοκαύτωμα είναι κάτι μοναδικό, που επανειλημμένα τονίζεται ότι δεν επιδέχεται συγκρίσεις ή αναλογίες, το παράδειγμα της Γερμανίας δημιουργεί εύγλωττα παράλληλα, για το πώς θα μπορούσε να συμπεριφερθεί και η σημερινή Τουρκία, ανοίγοντας τον δρόμο της ειρηνικής συνύπαρξης με τα όμορά της έθνη. Η παραδοχή της γενοκτονίας θα όριζε ως αφετηρία μια νέα εποχή στις σχέσεις της με τη διεθνή κοινότητα.
Δεν είναι θέμα εκδίκησης ή τιμωρίας. Είναι θέμα δικαιοσύνης. Όπως θέμα δικαιοσύνης είναι η 50χρονη κατοχή της βόρειας Κύπρου, με την καταπάτηση κάθε έννοιας δικαίου.
Προοδευτικά πληθαίνουν στην Τουρκία οι φωνές που με γενναιότητα -και με κινδύνους- μιλούν για την ανάγκη αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Ελλήνων Ποντίων και των Αρμενίων. Η συμφιλίωση των γειτόνων μας με το παρελθόν τους θα τους προσπόριζε μόνον οφέλη. Ελπίζουμε ότι προϊόντος του χρόνου θα το αντιληφθούν.
Ωστόσο, δικός μας στόχος παραμένει η εκτεταμένη, η καθολική αναγνώρισή της γενοκτονίας του Ελληνισμού του Πόντου. Η αναγνώριση της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού δεν είναι μόνο οφειλή προς το παρελθόν. Θέτει όρια και για το μέλλον, εκπέμποντας ένα ισχυρό οικουμενικό μήνυμα. Πολλώ δε μάλλον, καθώς ούτε σήμερα έχουν εκλείψει οι εθνοκαθάρσεις, η παραβίαση της εδαφικής ακεραιότητας των χωρών –το ζούμε καιρό τώρα και στη δική μας ήπειρο- οι εκτοπίσεις, οι αναγκαστικοί ξεριζωμοί, η κράτηση ομήρων, οι μεγάλες απώλειες αμάχων και η ανθρωπιστική κρίση στη Γάζα. Όλα αυτά όχι μόνον πρέπει να στηλιτεύονται. Πρέπει να επιβάλλεται άμεσα η κατάπαυση του πυρός, η απελευθέρωση των ομήρων, η διάνοιξη οδών για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας, ο σεβασμός στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές,
Όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις, από το 1994, υπηρέτησαν αυτόν τον στόχο. Είναι κρίσιμος -για τη διεθνή προβολή και τη δικαίωση του αιτήματος της αναγνώρισης- ο ρόλος της Εθνικής Αντιπροσωπείας. Οι δυνατότητες και οι δίαυλοι που παρέχει η κοινοβουλευτική διπλωματία αξιοποιούνται πλήρως.
Το βάρος της Ιστορίας επιβάλλει στην Πολιτεία και τους θεσμούς της τη συνεχή και αταλάντευτη προσπάθεια της διεθνούς αναγνώρισης. Όχι μόνο της τραγικής μοίρας των Ελλήνων του Πόντου, που βίωσαν πρώτα την εξολόθρευση και μετά την προσφυγιά, την πιο τραγική στιγμή στη μακραίωνη ιστορία τους και της ανιδιοτελούς προσφοράς τους στο έθνος. Οι ίδιοι φρόντισαν, μόλις ρίζωσαν στις νέες τους πατρίδες, να διαφυλάξουν και να διδάξουν στις επόμενες γενιές ακέραια την τεράστια πολιτιστική τους κληρονομιά, παράλληλα με την αναντικατάστατη συμβολή τους, στην οικοδόμηση της σύγχρονης Ελλάδας.
Και βέβαια, ο Ποντιακός Ελληνισμός θα καταλάβει την θέση που δικαιούται στο Μουσείο Προσφυγικού Ελληνισμού, την υλοποίηση του οποίου προχωρεί το Υπουργείου Πολιτισμού, εντός του πρώην στρατοπέδου Παύλου Μελά, στη Δυτική Θεσσαλονίκη. Θα αποτελεί μια ακόμη πολύτιμη κιβωτό της εθνικής μνήμης μας, που θα ανακεφαλαιώνει την Ιστορία του μοναδικού Ελληνισμού της Ανατολής και θα καταγράφει την πολύτιμη προσφορά του στο Έθνος.
Αιωνία η μνήμη των θυσιασθέντων.