Λόγω Covid η Υπουργός Πολιτισμού δεν μπόρεσε να παραστεί στα εγκαίνια του ανακτόρου του Φιλίππου Β΄, στις Αιγές, που πραγματοποίησε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Τον χαιρετισμό της, που ακολουθεί, εκφώνησε ο Γενικός Γραμματέας Πολιτισμού Γιώργος Διδασκάλου.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο του χαιρετισμού της Υπουργού Πολιτισμού:
Αξιότιμε κ. Πρωθυπουργέ,
Καλή Χρονιά με Υγεία και πάντα Επιτυχίες.
Με ιδιαίτερη τιμή, χαρά, αλλά και υπερηφάνεια, σας υποδεχόμαστε για μια ακόμη φορά στις Αιγές.
Στην ιστορική έδρα του βασιλικού οίκου των Τημενιδών, το λίκνο και το διαχρονικό θεσμικό, θρησκευτικό και πολιτισμικό κέντρο των Μακεδόνων. Αλλά και την αφετηρία ιδεολογικών και πολιτικών εξελίξεων που επέφεραν κοσμογονικές αλλαγές σε ολόκληρη τη γνωστή Οικουμένη.
Στις Αιγές, στην πόλη που έγινε ξακουστή στα πέρατα του κόσμου και κατόπιν σβήστηκε από το χάρτη και λησμονήθηκε για δυο χιλιετίες, έως ότου η σκαπάνη του Μανώλη Ανδρόνικου και των συνεχιστών του την έφεραν ξανά στο φως και στο προσκήνιο της ιστορίας, δίνοντάς της τη δυνατότητα να ανακτήσει τη θέση που δικαιωματικά της ανήκει, ανάμεσα στις τοποθεσίες και στα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της ανθρωπότητας.
Το Υπουργείο Πολιτισμού, από κοινού με την πανεπιστημιακή και ευρύτερη επιστημονική και ερευνητική κοινότητα, εργάζονται μεθοδικά για την αποκάλυψη, μελέτη, συντήρηση, αναστήλωση και ανάδειξη των τεράστιας ιστορικής και πολιτισμικής σπουδαιότητας ακίνητων και κινητών μνημείων των Αιγών, που από το 1996 περιλαμβάνονται στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
Ειδικά, το Υπουργείο Πολιτισμού και η αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας υλοποιούν τις τελευταίες δεκαετίες ένα ευρύ πρόγραμμα έργων, ο συνολικός σχεδιασμός των οποίων έχει εξαρχής ως στόχο την συστηματική και ολοκληρωμένη προστασία, την αποκατάσταση και απόδοση στο κοινό του ιδιαίτερα εκτενούς αρχαιολογικού χώρου, υπό τη μορφή ενός τεράστιου αρχαιολογικού πάρκου με σύγχρονες και υψηλού επιπέδου υποδομές και υπηρεσίες, το οποίο προσφέρει στους επισκέπτες πλήρη, ενιαία και ολοκληρωμένη γνώση και εμπειρία της ιστορίας της πόλης των Αιγών, των βασιλέων της και της ευρύτερης Μακεδονίας.
Προκειμένου ακριβώς να επιτευχθεί η φυσική αλλά και εννοιολογική διασύνδεση των επιμέρους πόλων ενδιαφέροντος του αναπεπταμένου αρχαιολογικού χώρου, που περιλαμβάνει διάσπαρτες θέσεις και μνημεία του ευρύτερου πολεοδομικού ιστού της αρχαίας πόλης, της νεκρόπολης, του ανακτόρου και του θεάτρου των Αιγών, αλλά και να δημιουργηθεί μια οργανική ενότητα με τα παλιά και νέα μουσειακά κελύφη, αναπτύχθηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού και υλοποιήθηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας η ιδέα της συγκρότησης ενός «Πολυκεντρικού Μουσείου» -η λέξη Μουσείο εδώ νοείται με την αρχαία σημασία του όρου, κατοικητήριο των Μουσών- φυσικής και νοηματικής πύλη εισόδου στην ιστορία και στον πολιτισμό των Αιγών, της Μακεδονίας, αλλά και της ελληνιστικής Οικουμένης. Πρόκειται για μια νέα, ολιστική και δυναμική προσέγγιση της σχέσης αρχαιολογικού χώρου - μουσείου – επισκέπτη, που αντιμετωπίζει και τα τρία ως ενιαία αλλά δυναμική οντότητα, η οποία εξελίσσεται και προσαρμόζεται διαρκώς, αποτελούμενη από
- το Μουσείο των Βασιλικών Τάφων, που κατασκευάστηκε τη δεκαετία του 1990 για να αποτελέσει το κέλυφος προστασίας των βασιλικών τάφων της συστάδας του Φιλίππου Β΄ και τον εκθεσιακό χώρο των μοναδικών θησαυρών που έφερε στο φως ο Μανώλης Ανδρόνικος,
- το αρχαιολογικό πάρκο της νεκρόπολης, έκτασης σχεδόν 550 στρεμμάτων, που αποδόθηκε στο κοινό ως επισκέψιμος δενδροφυτεμένος χώρος, αρχαιολογικής και φυσιολατρικής περιήγησης το 2021,
- το νέο υπερσύγχρονο μουσειακό κτήριο εμβαδού 146.000 τ.μ. και δαπάνης 18 εκ. ευρώ, που εγκαινιάσατε ακριβώς πριν έναν χρόνο κ. Πρωθυπουργέ, και ήδη αποτελεί σημείο αναφοράς και μια από τις σημαντικότερες πολιτιστικές υποδομές της Χώρας,
- το αρχαίο θέατρο που επίσης αναστηλώνεται, την κατάγραφη εκκλησία του Αγίου Δημητρίου και άλλα επιμέρους μνημεία,
- και βεβαίως το μεγαλοπρεπές Ανάκτορο, το οποίο υποδειγματικά αποκατεστημένο αποδίδετε και αυτό σήμερα στο κοινό, μετά από την ολοκλήρωση ενός τιτάνιου αναστηλωτικού έργου από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας, το οποίο εξελισσόταν από το 2007 έως σήμερα με διαδοχική χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ 2007-2013 και 2014-2020 συνολικού ύψους 20.000.000 ευρώ.
Το Ανάκτορο, το «βασίλειον καθίδρυμα» των Αιγών, σύμβολο της Μακεδονικής ηγεμονίας του 4ου αι. π.Χ., με εμβαδό 15.000 τ.μ. και συνολική έκταση με τον περιβάλλοντα χώρο που φτάνει τα 25.000 τ.μ., υπήρξε ένα τεράστιο οικοδόμημα, το μεγαλύτερο της κλασικής περιόδου στην Ελλάδα. Εδώ για να έχουμε μέτρο σύγκρισης επιτρέψτε μου να πω ότι 15.000 τετραγωνικά περίπου είναι το Μουσείο της Ακρόπολης.
Η σύλληψή του φαίνεται να έγινε από τον Φίλιππο στο πλαίσιο της αναδιοργάνωσης του Βασιλείου των Μακεδόνων, διακρίνεται από εξωστρέφεια και δυναμική αλληλεπίδραση με το σώμα των πολιτών. Μια αλληλεπίδραση που αντανακλάται και στην ίδια τη σχεδίαση του συγκροτήματος, που αντλεί στοιχεία αρχιτεκτονικά και εννοιολογικά από τις πόλεις-κράτη της Νότιας Ελλάδας, συναρμόζοντας την έδρα της βασιλικής εξουσίας με την Αγορά, τον τόπο συνάθροισης των πολιτών.
Το εμβληματικό, λοιπόν, αυτό οικοδόμημα, στο μέγα περιστύλιο, του οποίου το φθινόπωρο του 336 π.Χ. ο Αλέξανδρος ανακηρύχθηκε βασιλιάς των Μακεδόνων, προτού ξεκινήσει τη μεγάλη του πορεία προς την Οικουμένη, μετά την καταστροφή του από τους Ρωμαίους, το 148 π.Χ., και τη λιθολόγησή του επί αιώνες, αποτελούσε έναν τεράστιο σωρό διάσπαρτων ερειπίων.
Τώρα, καθώς οι εργασίες αναστήλωσής του με πολύ κόπο, υπομονή και επιμονή αισίως ολοκληρώθηκαν, το μνημείο αναδύεται από την λήθη των αιώνων παραπέμποντας ξανά στην αρχική του εικόνα και αίγλη.
Με την ολοκλήρωση του μακροχρόνιου και ιδιαίτερα απαιτητικού επιστημονικά και τεχνικά έργου της αναστήλωσης του Ανακτόρου, ενισχύεται έτι περαιτέρω η υψηλή επιδραστικότητα και αξία του Πολυκεντρικού Μουσείου των Αιγών, το οποίο εμφανίζει ήδη μεγάλη δυναμική και συμβάλει καθοριστικά στις τρέχουσες και στις μελλοντικές προοπτικές της τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης, επιφέροντας άμεση, αλλά και μακροπρόθεσμη τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας και της απασχόλησης, δημιουργώντας νέους και ισχυρούς πόλους έλξης επισκεπτών και ενίσχυσης του πολιτιστικού τουρισμού, και δημιουργώντας τις προϋποθέσεις σταθερής και βιώσιμης ανάπτυξης για το μέλλον, όχι μόνο της Ημαθίας, αλλά ολόκληρης της Κεντρικής Μακεδονίας και της Βόρειας Ελλάδας.
Στους ένδεκα πρώτους μήνες της διευρυμένης λειτουργίας του, το Πολυκεντρικό Μουσείο των Αιγών έχει δεχθεί περισσότερους από 250.000 επισκέπτες, ξεπερνώντας σημαντικά τον αριθμό επισκεπτών του 2019, που ήταν η χρονιά- ρεκόρ επισκεψιμότητας για τις Αιγές.
Τα τελευταία χρόνια, με τη διασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης από ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους, περατώθηκε ήδη ή βαίνει προς την ολοκλήρωσή του ένας σημαντικός αριθμός έργων στην ευρύτερη περιοχή της Ημαθίας, που αφορούν στην αναστήλωση και αποκατάσταση μνημείων και στην ανάδειξη αρχαιολογικών χώρων. Περιλαμβάνουν τη δημιουργία νέων ή τον εκσυγχρονισμό παλαιότερων μουσείων και πολιτιστικών κτηρίων, τη συνολική αναβάθμιση υποδομών και παρεχόμενων προς τους επισκέπτες υπηρεσιών, καθώς και έργα προώθησης της ίδιας της ανασκαφικής επιστημονικής έρευνας, της μελέτης και της τεκμηρίωσης των ευρημάτων, καθώς και της αξιοποίησής τους για μουσειολογικούς, παιδαγωγικούς και άλλους σκοπούς με παραδοσιακά και ψηφιακά μέσα.
Η περίπτωση της Ημαθίας είναι ενδεικτική και χαρακτηριστική στο πλαίσιο του εξαιρετικά εκτεταμένου προγράμματος συντήρησης, αναστήλωσης και ανάδειξης μνημείων και αρχαιολογικών χώρων του Υπουργείου Πολιτισμού, το οποίο καλύπτει ακόμη και τις πιο απομακρυσμένες και δυσπρόσιτες περιοχές της Επικράτειας, προσδίδοντας ιδιαίτερη έμφαση στην περιφέρεια.
Το Υπουργείο Πολιτισμού πραγματοποιεί, σήμερα, τη μεγαλύτερη επένδυση στον Πολιτισμό που έχει γίνει ποτέ στη Χώρα, καθώς υλοποιεί την «Πολιτιστική Χάρτα Ανάπτυξης και Ευημερίας» για κάθε Περιφέρεια της χώρας, έναν οδικό χάρτη για την ανάδειξη του Πολιτισμού ως στρατηγικού αναπτυξιακού πόρου και ως σημαντικού παράγοντα κοινωνικής συνοχής και ευημερίας.
Τα έργα, που περιλαμβάνονται στη Χάρτα, καλύπτουν όλο το φάσμα: Επιχειρηματικότητα, καινοτομία, ψηφιοποίηση, παραδοσιακές αποκαταστάσεις και αναδείξεις μνημείων και αρχαιολογικών χώρων, αλλά με στοχευμένη κατανομή. Αφορούν στη δημιουργία νέων και ενίσχυση υφιστάμενων μεγάλων πολιτιστικών υποδομών σε συγκεκριμένες περιοχές, προκειμένου να λειτουργήσουν ως πολλαπλασιαστές των τουριστικών ροών και πόλοι έλξης πολύπλευρων αναπτυξιακών δραστηριοτήτων.
Το ευρύ μνημειακό απόθεμα της Ημαθίας, που πέρα από τις Αιγές, περιλαμβάνει τη Μίεζα με την Σχολή, όπου ο Αριστοτέλης δίδαξε τον Μέγα Αλέξανδρο, τη Βέροια έδρα του Κοινού των Μακεδόνων, καθώς και εκατόν εβδομήντα (170) ακόμη ιστάμενα μνημεία, που χρονολογούνται από την κλασική αρχαιότητα μέχρι την οθωμανική περίοδο, αλλά και πολυάριθμους νέους δυνητικά επισκέψιμους αρχαιολογικούς χώρους, διαθέτει μια τεράστια δυναμική που σίγουρα δεν έχει εξαντληθεί ακόμη. Το πολιτιστικό αυτό κεφάλαιο έχει πολύ μεγάλες δυνατότητες περαιτέρω ανάδειξης και αξιοποίησης.
Κλείνοντας, επιτρέψτε μου με αφορμή τη σημερινή εκδήλωση να σταθώ στο εξαιρετικά σημαντικό έργο που έχει ήδη επιτελεστεί, για το οποίο δικαιούνται θερμά συγχαρητήρια και βαθύτατες ευχαριστίες η έως προχθές Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας Δρ Αγγελική Κοτταρίδη και οι συνεργάτες της. Και λέω έως προχθές, διότι αφού ταύτισε τη ζωή και το έργο της με τη μελέτη και ανάδειξη της ιστορίας και των μνημείων της Ημαθίας, η ακαταπόνητη Αγγελική Κοτταρίδη, με την εκπνοή του 2023 αφυπηρέτησε τυπικά από την Αρχαιολογική Υπηρεσία έχοντας ολοκληρώσει μια εξαιρετικά μεστή, γόνιμη και δημιουργική θητεία.
Ωστόσο, είμαι απόλυτα βέβαιη ότι θα παραμείνει ενεργή και δραστήρια όπως πάντα, καθώς έχει ακόμη πολλά να προσφέρει με την τεράστια εμπειρία της και τις γνώσεις της στις Αιγές.
Ομοίως ευγνωμοσύνη οφείλεται προς όλους εκείνους –και είναι πολλοί– που διαχρονικά, από την εποχή των μεγάλων ανακαλύψεων του αείμνηστου Μανώλη Ανδρόνικου, έδωσαν όλο τους τον εαυτό προκειμένου, οι θησαυροί των Αιγών να δεχθούν την προστασία, την επιμέλεια και τη διεθνή προβολή που τους αρμόζει».