Το έργο της Λουκίας Αλαβάνου «Στον δρόμο για τον Κολωνό», μία ταινία εικονικής πραγματικότητας VR360 με επίκεντρο την κοινότητα των Ρομά στην Νέα Ζωή Ασπροπύργου σε διάλογο με την πορεία του Οιδίποδα, στα ίδια γεωγραφικά χνάρια, μετά την εξορία του από την Θήβα βάσει της ομώνυμης τραγωδίας του Σοφοκλή, αποτελεί τη φετινή ελληνική συμμετοχή στη Μπιενάλε της Βενετίας.. Η σύγχρονη τεχνολογική εικαστική εγκατάσταση που βιώνεται ως εικονική πραγματικότητα εμβύθισης από πλήθος επισκεπτών που σχηματίζουν ουρές έξω από το Ελληνικό Περίπτερο, έκανε το απόγευμα της Παρασκευής 22 Απριλίου εγκαινιάστηκε από τον Υφυπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού αρμόδιο για θέματα σύγχρονου πολιτισμού, Νικόλα Γιατρομανωλάκη..
Κατά τη διάρκεια των εγκαινίων εκτός από τον Υφυπoυργό μίλησαν η καλλιτέχνιδα, ο Γερμανός επιμελητής του έργου, Heinz Peter Schwerfel, και ο επίτιμος Πρόξενος της Ελλάδας στην Βενετία, Bruno Bernardi, ενώ η Έφη Αγαθονίκου, Διευθύντρια Συλλογών, Καλλιτεχνικού και Μουσειολογικού Προγραμματισμού της Εθνικής Πινακοθήκης ανέγνωσε χαιρετισμό της Διευθύντριας της Εθνικής Πινακοθήκης, Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα.
Στον χαιρετισμό του, ο επίτιμος Πρόξενος της Ελλάδας στην Βενετία, Bruno Bernardi, καλωσόρισε το κοινό τόσο εκ μέρους της Ελληνικής Πρεσβείας στη Ρώμη όσο και εκ μέρους του δήμου της Βενετίας, ενώ αναφέρθηκε στην ιστορικότητα του θεσμού της Μπιενάλε.
Στον γραπτό χαιρετισμό της, η Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης, Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, υπενθύμισε πως η Μπιενάλε της Βενετίας είναι ένας θεσμός ειρήνης και συνεργασίας όλων των λαών της γης υπό τους οιωνούς της τέχνης και του πολιτισμού, που από τότε που ιδρύθηκε το 1895 δεν διέκοψε την λειτουργία της παρά μόνο στην διάρκεια των δυο παγκόσμιων πολέμων. «Το έργο-εγκατάσταση της Λουκίας Αλαβάνου προσεγγίζει το σύγχρονο πρόβλημα της μετανάστευσης και της αναζήτησης ασύλου και φιλοξενίας από τους ξεριζωμένους για διάφορους λόγους πολίτες, συνδέοντάς το με την πιο φιλάνθρωπη τραγωδία του Σοφοκλή, τον Οιδίποδα επί Κολωνώ», σημείωσε.
Ο επιμελητής της εγκατάστασης, Heinz Peter Schwerfel μίλησε στην συνέχεια υπογραμμίζοντας ότι το έργο αν και είναι καθαρά πολιτικό, και παίρνει μια ξεκάθαρη στάση απέναντι στα πράγματα, εντούτοις δεν φέρει κάποιο κραυγαλέο πολιτικό μήνυμα, επειδή τα μηνύματα έρχονται από την πραγματικότητα που πάντα θα είναι πιο δυνατή. «Άρα αυτό το πολιτικό έργο προέρχεται από την αρχαιότητα και το έργο του Σοφοκλή, και περνάει από το παρόν, έναντι του οποίου στέκεται κριτικά, και μιλάει για την κοινότητα Ρομά που ζει τόσο κοντά στο ιστορικό τοπωνύμιο του Κολωνού, που ουσιαστικά παίζουν τους εαυτούς τους. Όχι μόνο μιμούνται τον Οιδίποδα, που θέλει να πεθάνει στο μέρος που διάλεξε, και επαναστατεί ενάντια θέλημα των θεών, και της μοίρας, αλλά δείχνουν την πραγματικότητα μιμούμενοι το έργο του Σοφοκλή.», ανέφερε, συνεχίζοντας ότι «το πιο ιδιοφυές κομμάτι του έργου της Λουκίας Αλαβάνου είναι ότι προσπάθησε να αναπαραστήσει το φουτουριστικό όραμα του αρχιτέκτονα Τάκη Ζενέτου στο Ελληνικό Περιπτέρο και η αρχιτεκτονική και οι καρέκλες του Ζενέτου το καθιστούν ένα μη-μέρος. Και η πρόθεση μας σε αυτό το παγκόσμιο δρώμενο της υψηλής σύγχρονης τέχνης ήταν να δημιουργήσουμε ένα πλήρως απομονωμένο μη-μέρος που ο θεατής μπορεί να συγκεντρωθεί στο έργο μας, και μια μη κοινή ατμόσφαιρα που αναπαριστά ένα αδύνατος μέρος, μια ουτοπία όπως την σκεφτόμαστε εμείς».
Η Λουκία Αλαβάνου περιέγραψε μεταξύ άλλων πώς βρέθηκε στην κοινότητα της Νέας Ζωής Ασπροπύργου. «Σύντομα μαγεύτηκα από τις δυστοπικές εικόνες ενός από τα πιο σκληρά γκέτο στην Ελλάδα, και όσο ερχόμουν πιο κοντά στην κοινότητα άρχισα να νιώθω σαν τον Οιδίποδα, ήμουν ένας ξένος στην κοινότητα, και βίωνα κάτι σαν αντίστροφο ρατσισμό, καθώς ήταν η δικιά μου σειρά να είμαι ξένος. Μου πήρε έναν χρόνο να γίνω αποδεκτή με την βοήθεια της δασκάλας του Δημοτικού σχολείου της περιοχής Ματίνας Βαβούλη, μιας ακτιβίστριας που προσφέρει τα μέγιστα στην κοινότητα των Ρομά, και με βοήθησε να γίνω αποδεκτή στην κοινότητα που είναι κατά βάση μητριαρχική», ανέφερε. Συνέχισε υπενθυμίζοντας ότι το σημαντικό με την ταινία αυτή δεν είναι ότι αποτελεί τεχνολογία αιχμής ή κάτι παρόμοιο, αλλά είναι μια κατάσταση που σε περικλείει, σε μία συνθήκη εικονικής πραγματικότητας που θυμίζει αμφιθέατρο, ενώ στη συνέχεια έκανε αναφορά στον αρχιτέκτονα Τάκη Ζενέτο του οποίου οι εικονικές καρέκλες κατασκευάστηκαν για το περίπτερο για πρώτη φορά, και ο οποίος είχε οραματιστεί μια τεχνολογική αποικία των σύννεφων.
Ο Υφυπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, αρμόδιος για θέματα Σύγχρονου Πολιτισμού, Νικόλας Γιατρομανωλάκης, εγκαινιάζοντας το Περίπτερο και καλωσορίζοντας το κοινό αναφέρθηκε στα πολλά διαφορετικά στοιχεία που γεφυρώνει αυτό το έργο, από την τεχνολογία στον ανθρωπισμό, από το αρχαιοελληνικό δράμα στο φιλμ και στην αρχιτεκτονική, καθώς πραγματεύεται έννοιες και αξίες που απασχολούν την ανθρωπότητα όπως η μετανάστευση, ο εκτοπισμός, οι μειονότητες, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η χρήση της τεχνολογίας. «Είναι ένα πολιτικό έργο, ένα γενναίο έργο, αλλά και ένα κατεξοχήν Ελληνικό έργο. Έχει βαθιές ρίζες που πάνε 25 αιώνες πίσω, έχοντας όμως ένα απολύτως σύγχρονο βλέμμα στραμμένο στο σήμερα, ενώ αντανακλά ακόμα και την ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ που μας χαρακτηρίζει συχνά ως Έλληνες», σημείωσε.
Νωρίτερα, ο Υφυπουργός επισκέφθηκε το Ουκρανικό περίπτερο στη Μπιενάλε και συναντήθηκε με την Ουκρανή Υφυπουργό Πολιτισμού Kateryna Chuyeva καθώς και με την Galyna Grygorenko, Διευθύντρια του Εθνικού Φορέα Τέχνης και Καλλιτεχνικής Εκπαίδευσης της Ουκρανίας. Η κ. Chuyeva ανέφερε πως περισσότερα από 250 μουσεία, θέατρα, βιβλιοθήκες, αρχεία και άλλοι χώροι πολιτισμού έχουν πληγεί ή και καταστραφεί ολοσχερώς στην Ουκρανία από την έναρξη του πολέμου ως σήμερα. Στη συζήτηση εκφράστηκε η κοινή επιθυμία για μελλοντικές κοινές πολιτιστικές δράσεις Ελλάδας-Ουκρανίας, ενώ ο Υφυπουργός ανέφερε στην Ουκρανή ομόλογό του όλες τις δράσεις που ήδη κάνουν το ΥΠΠΟΑ και οι εποπτευόμενοι φορείς του για να ευαισθητοποιήσουν αλλά και να συγκεντρώσουν πόρους για την Ουκρανία.