Την Τετάρτη, 30 Οκτωβρίου, εγκαινιάστηκε η έκθεση "Ελληνική Μόδα - 100 χρόνια έμπνευσης και δημιουργίας" στον εκθεσιακό χώρο του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος». Στην έκθεση που διοργανώνεται με τη συνεργασία του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού με το Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα, παρουσιάζονται 140 ενδύματα από τη συλλογή μόδας του ΠΛΙ, ενώ τα εκθέματα διατρέχουν τον 20ό αιώνα και φτάνουν έως τις μέρες μας.
Ακολουθεί ο χαιρετισμός της Υπουργού:
«Είματα ανήρ», έλεγε μια αρχαιοελληνική παροιμία. δηλαδή o άνθρωπος είναι τα ρούχα του. Τα αρχαιολογικά ευρήματα τεκμαίρουν ότι ο άνθρωπος πρώτα ένιωσε την ανάγκη να στολιστεί και μετά να ντυθεί. Όμως οι κλιματολογικές συνθήκες και το αίσθημα της αιδούς, από μια τουλάχιστον χρονική στιγμή και μετά, αποτέλεσαν τις κύριες αιτίες εμφάνισης του ενδύματος, το οποίο επηρεάζεται από τις επαφές των λαών, τις θρησκείες, την ανάπτυξη της τεχνολογίας.
Τα 100 χρόνια έμπνευσης και δημιουργίας της ελληνικής μόδας, η έκθεση που εγκαινιάζεται απόψε, εδώ, στο Κέντρο Πολιτισμού "Ελληνικός Κόσμος" από το Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα, δεν είναι απλώς η παρουσίαση όμορφων και περίτεχνων ενδυμάτων. Είναι μια παράλληλη αφήγηση της ιστορίας της Ελλάδας κατά τον περασμένο αιώνα, μέσα από τα υφάσματα, τα πατρόν, την αισθητική, τη λεπτότητα και την ακρίβεια της χειροποίητης δουλειάς.
Δεν δίνομε, ίσως, συχνά την προσοχή που αξίζει στην ενδυματολογική παρατήρηση. Στην πραγματικότητα όμως, η καταγραφή, η ανάλυση και η μελέτη των ενδυμάτων και η συσχέτισή τους με τις ιστορικές περιόδους, είναι πηγή συμπερασμάτων για τον τρόπο που ζούμε, τις συνήθειες, τις αντιλήψεις μας. Η μόδα εκτός από αισθητική επιλογή, είναι κοινωνικό και οικονομικό μέγεθος. Δίνει πληροφορίες για το ποιες είναι οι προτεραιότητές μας ανά χρονική περίοδο, οι αναφορές μας, το πώς αντιμετωπίζουμε την κάθε εποχή.
Είναι προτεραιότητά μας η ομορφιά, η πρακτικότητα ή η έκφραση ενός μηνύματος προς τους άλλους; Τα δεδομένα αυτά αλλάζουν ανάλογα με τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, στο πέρασμα του χρόνου και τη μετάβαση από τον λαϊκό στον σύγχρονο αστικό πολιτισμό.
Η Βιομηχανική Επανάσταση, για παράδειγμα, επιφέρει την συγκέντρωση του πληθυσμού στα αστικά κέντρα. Αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο στην διαμόρφωση της μόδας. Από τη μια πλευρά υπάρχει η μαζική παραγωγή για την κάλυψη των αναγκών. Από την άλλη υπάρχει η υψηλή ραπτική για την ελίτ της αστικής τάξης. Οι ράφτρες και οι μοδίστρες, μέσα σε ένα πλαίσιο χειροτεχνίας, κατασκευάζουν ενδύματα εξατομικευμένα για τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα.
Στην δεκαετία του 1960, η ανάγκη για ελευθερία και χειραφέτηση διεκδικείται σε όλους τους τομείς. Η τεχνολογική πρόοδος, η αναπτυσσόμενη οικονομία, οι ρυθμοί της ποπ, της ροκ, των μπλουζ, συμβάλλουν στην δημιουργία μιας αισθητικής που ανατρέπει το παρελθόν. Δεν είναι τυχαίο που την εποχή αυτή πρωτοεμφανίζεται ο όρος στυλ, που συνδέεται άμεσα με την εξατομικευμένη δημιουργία και προσωπικότητα.
Στην έκθεση του Πελοποννησιακού Λαογραφικού Ιδρύματος κυρίαρχη είναι μία άλλη αναφορά. Η σχέση της ελληνικής μόδας και των Ελλήνων σχεδιαστών με την έμπνευση από την ελληνική παράδοση και τον πολιτισμό. Στα 140 ενδύματα της συλλογής μόδας του Ιδρύματος, βρίσκουμε επιρροές από την τέχνη και τη χειροτεχνία της αρχαιότητας, της κυκλαδικής, της μινωϊκής, της αρχαϊκής, κλασικής και ελληνιστικής. Επιρροές από το Βυζάντιο, την οθωμανική κυριαρχία, την Επανάσταση έως και τον 20ό αιώνα.
Από τα χειροποίητα κεντήματα των ενδυμάτων που ράβονταν στο σπίτι από τις μοδίστρες, μέχρι τις διεθνούς φήμης πτυχώσεις του Ζαν Ντεσέ, τα prints του Γιάννη Τσεκλένη, που κατέκτησαν τον κόσμο, τη σύγχρονη απόδοση της αρχαιοελληνικής και κρητικής παράδοσης από την μόλις πρόσφατα και πρόωρα χαμένη Σοφία Κοκοσαλάκη και τη διεθνούς απήχησης επιχειρηματικότητα της Μαρέβας Γκραμπόφσκι-Μητσοτάκη, που βασίζεται στη νεωτεριστική αντίληψη για την παράδοση, οι Έλληνες σχεδιαστές δεν άφησαν ποτέ το νήμα της συνέχειας από το παρελθόν προς το μέλλον.
Το ίδιο κάνει και το Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα. Από το 1974 που ιδρύθηκε από την Ιωάννα Παπαντωνίου, είναι ένα διαρκές, συνεχώς ανανεούμενο, ζωντανό αρχείο του νεότερου και λαϊκού πολιτισμού. Είναι αξιέπαινο το γεγονός ότι το Ίδρυμα δεν αρκείται στην έκθεση των αποκτημάτων του, αλλά παρουσιάζει παράλληλα επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της μόδας και διοργανώνει εκπαιδευτικά προγράμματα για μαθητές όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης. Είναι ο καλύτερος τρόπος για τη διαμόρφωση μιας συνολικής εμπειρίας, ενός πλαισίου που απευθύνεται σε ένα μεγάλο εύρος επισκεπτών με διαφορετικά ενδιαφέροντα.
Συγχαίρω τους διοργανωτές και εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία στην έκθεση, καθώς προβάλλει τους θησαυρούς του παρελθόντος, λαμβάνοντας υπόψη το σήμερα και το πλήθος των παραμέτρων που σχετίζονται με τον σχεδιασμό μιας σύγχρονης έκθεσης.