Το παλιό κτήριο του ΟΤΕ στην οδό Σταδίου 15, δίπλα στην Παλαιά Βουλή, επέλεξε η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Μυρσίνη Ζορμπά ως πρώτο σταθμό για την πρώτη επίσκεψή της στους εκθεσιακούς χώρους της 6ης Μπιενάλε της Αθήνας.
Όπως το λέει και ο τίτλος ΑΝΤΙ που επέλεξε η ομάδα των επιμελητών της, Stefanie Hessler, Κωστής Σταφυλάκης και Poka-Yio (Πολύδωρος Καρυοφύλλης), η φετινή Μπιενάλε εστιάζει προς μια ποικιλία στάσεων αντίθεσης και μη συμμόρφωσης που έχουν αναδυθεί μέσα από τη δεκαετή κρίση και έχουν αποκτήσει κοινωνική δυναμική. «Το ζητούμενο από τη Biennale ANTI» σχολίασε η Μυρσίνη Ζορμπά είναι να ανανεώσει το πολιτισμικό κεφάλαιο της χώρας, να παρακινήσει καλλιτέχνες και επισκέπτες να σκεφθούν ριζοσπαστικά και να ανοίξουν διάλογο μεταξύ τους αλλά και με τους πιο απίθανους συνομιλητές, να μας κάνει να δούμε τα πράγματα και τον εαυτό μας ανάμεσά τους, διαφορετικά, εκτός πλαισίου, από οπτικές γωνίες που δεν είχαμε ως τώρα σκεφτεί».
Η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού περιηγήθηκε τους χώρους του πρώην ΟΤΕ, που μαζί με το παλιό ξενοδοχείο Εσπέρια και τη Μπενάκειο Βιβλιοθήκη της Βουλής αποτελούν τους βασικούς αθηναϊκούς χώρους του εκθεσιακού μηχανισμού της 6ης Μπιενάλε όπου συμμετέχουν περισσότεροι από 100 καλλιτέχνες από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Και στάθηκε μπροστά στα «περιβάλλοντα», στις «εγκαταστάσεις» και στα εικαστικά έργα που αφυπνίζουν αλλά και προκαλούν τους επισκέπτες-θεατές, είτε επειδή εστιάζουν σε φεμινιστικές και queer πρακτικές, είτε επειδή επαναδιαπραγματεύονται την pop κουλτούρα ή διερευνούν τις δυνατότητες της τεχνολογίας, είτε επειδή εξερευνούν τις μη συμβατικές ταυτότητες.
«Προσδοκούμε», σημείωσε η Μυρσίνη Ζορμπά, «οι Μπιενάλε όπως και τα τόσο ενδιαφέροντα Φεστιβάλ κινηματογράφου που πραγματοποιούνται σε ολόκληρη τη χώρα, να αποτελέσουν κόμβους μιας νέας ανεξάρτητης πολιτικής για τον πολιτισμό, μακριά από πατερναλισμούς και αποκλεισμούς. Χρειάζεται να σκεφτούμε πώς μπορεί η σύγχρονη τέχνη να αφουγκραστεί τους προβληματισμούς και να συντονιστεί με τις κοινωνίες της πολυπολιτισμικότητας, της κρίσης, της κατάτμησης, της ρευστότητας και των συχνών εναλλαγών, της ψηφιακής πραγματικότητας, των πολλαπλών και παράλληλων επιπέδων, των πολώσεων, της υβριδικότητας. Πώς μπορεί η τέχνη να κατεβεί από τον Παρνασσό, να βγει από τις απαστράπτουσες αίθουσες των εκθέσεων και να συνομιλήσει με το ποικίλο πλήθος που κυκλοφορεί στους δρόμους. Πώς μπορεί να μεταφράσει το ιδίωμα της πρωτοπορίας στις γλώσσες που ακούγονται γύρω μας χωρίς να θυσιάσει τα νοήματα που θέλει να μεταδώσει».