Είναι σημαντικό που οι Εκθέσεις Βιβλίου έχουν μπει πλέον στην κανονική ροή του κυκλώματος της ενημέρωσης του κοινού, του μάρκετινγκ και της διακίνησης του βιβλίου, ξεπερνώντας τις οργανωτικές και οικονομικές δυσκολίες που συναντούσαν πριν από μερικές δεκαετίες, όταν ξεκίνησαν.
Είναι, βέβαια, φανερό ότι δεν είναι όλες οι εκθέσεις ίδιες. Διαφέρουν ως προς τον φορέα, τον αριθμό των εκδοτών που συμμετέχουν, τον όγκο των βιβλίων, τη στόχευση κοινού, τις παράλληλες εκδηλώσεις, εντέλει την οργάνωση, την απήχηση και την οικονομική τους αποδοτικότητα. Αυτές οι διαφοροποιήσεις δημιουργούν την ανάγκη να σκεφτούμε και να συζητήσουμε, αξιοποιώντας την εμπειρία που έχει συσσωρευτεί όλα αυτά τα χρόνια, τις δυνατότητες βελτίωσης και τις προοπτικές τους.
Χρειάζεται επίσης να συζητήσουμε πώς συμπεριφέρθηκε στα χρόνια της κρίσης το αναγνωστικό κοινό, που ασφαλώς είχε οικονομικές δυσκολίες, κάτι που αντανακλά στο μέγεθος, τη συγκέντρωση και τα οικονομικά των εκδοτικών οίκων αλλά και επηρεάζει όλους τους κλάδους του βιβλίου, από τους συγγραφείς και τους μεταφραστές, ως τους βιβλιοπώλες και τους τεχνικούς της παραγωγής.
Δυστυχώς, η κατάργηση του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου επέφερε ισχυρό πλήγμα τόσο στην γενικότερη διαρθρωτική υποστήριξη του βιβλίου στο τόπο μας, όπως τουλάχιστον ήταν οι προδιαγραφές και οι στόχοι του ΕΚΕΒΙ, αλλά και στον ιδιαίτερο και σημαντικό τομέα της έρευνας και της μελέτης του κόσμου του βιβλίου. Σήμερα γνωρίζουμε λιγότερα απ’ όσα μας είναι αναγκαία προκειμένου να κάνουμε συγκρίσεις για την πορεία της παραγωγής και της κατανάλωσης, να κάνουμε συγκρίσεις, να πάρουμε αποφάσεις.
Μετά από την κρίση και προσβλέποντας στην επόμενη μέρα της οικονομικής και πολιτισμικής ανάπτυξης της χώρας, είναι θεωρώ η στιγμή, να αποδεχθεί ξανά η Πολιτεία την ευθύνη της απέναντι στο βιβλίο ως πρωταρχικό πολιτιστικό αγαθό. Επισπεύδοντας την επανίδρυση του θεσμού πάνω σε στέρεες βάσεις που θα ανταποκρίνονται στις νέες ανάγκες και προοπτικές θα έχουμε κάνει το βήμα προόδου που αξίζει τόσο ο κόσμος του βιβλίου, όσο και το δυνάμει αναγνωστικό μας κοινό. Έχουμε υποχρέωση να το κάνουμε τώρα που οι συνθήκες άρχισαν να είναι πιο ευνοϊκές και γυρίζουμε σελίδα. Κι αυτό, μέσα από σοβαρό και τεκμηριωμένο δημόσιο διάλογο και προσβλέποντας στο μέλλον των μικρών και μεγάλων αναγνωστών που κατάφεραν να διατηρήσουν ζωντανή την επιθυμία της ανάγνωσης σε μια χώρα που ποτέ στο παρελθόν δεν φρόντισε να επενδύσει στις βιβλιοθήκες, στερώντας από τους πολίτες το δικαίωμα στη δωρεάν πρόσβαση στην ανάγνωση. Ο νέος θεσμός βιβλίου δεν είναι παρά το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση και οφείλουμε να το κάνουμε αποφασιστικά και γρήγορα, όλοι μαζί, με σύμπνοια και το όραμα ζωντανό.
Με αυτές τις σκέψεις σας εύχομαι καλή επιτυχία!