Το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού διευκρινίζει σχετικά με την τροπολογία- Προσθήκη στο Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού «Τροποποιήσεις του ν.2725/1999(Α'121) και άλλες διατάξεις» με θέμα «Θέμα : Ρύθμιση για την πρόσληψη καλλιτεχνικών Διευθυντών Δημοτικών Περιφερειακών Θεάτρων της χώρας»
Ήταν επιβεβλημένη ανάγκη η διευκρινιστική ρύθμιση μέσω της τροπολογίας που κατέθεσε ο Πάνος Σκουρολιάκος, με την στήριξη του ΥΠΠΟΑ, διότι από την ιδρυτική εγκύκλιο των ΔΗΠΕΘΕ τον Μάιο του 1983 επί Υπουργίας Μελίνας Μερκούρη όπου θεσπίστηκε ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής στα όργανα διοίκησης των ΔΗΠΕΘΕ, αλλά και στα παραρτήματα που ακολούθησαν όπου εξειδικεύτηκαν τα προσόντα του προβλέπεται: «πρόσωπο με εγνωσμένα πνευματικά και θεατρικά ενδιαφέροντα και διοικητικές ικανότητες». Ως εκ τούτου είναι σαφές από το ιδρυτικό έγγραφο των ΔΗΠΕΘΕ ότι το μόνο προσόν για τη πλήρωση της θέσης του Καλλιτεχνικού Διευθυντή ήταν το κύρος και τα ουσιαστικά του προσόντα και όχι οι τίτλοι σπουδών.
Η τροπολογία δεν αποκλείει υποψήφιους με ΠΕ, χωρίς όμως να το θέτει ως απαραίτητη προϋπόθεση. Άλλωστε στην πράξη είναι απαραίτητο το Απολυτήριο Λυκείου για την εγγραφή σε οποιαδήποτε Δραματική Σχολή.
Το 2011 μειώθηκε σημαντικά η επιχορήγηση στα ΔΗΠΕΘΕ, απαλείφθηκε η πρόβλεψη για τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή στις προγραμματικές συμβάσεις και γενικά χαλάρωσε το πλαίσιο καλλιτεχνικής εποπτείας που ασκούσε το ΥΠΠΟ. Στη συνέχεια πολλά ΔΗΠΕΘΕ τροποποιήθηκαν σε Δημοτικές Κοινωφελείς Επιχειρήσεις και στις πρόσφατες προκηρύξεις των θέσεων Καλλιτεχνικών Διευθυντών απαιτούν προσόντα Διοικητικών Διευθυντών Δημόσιων Υπηρεσιών.
Η τροπολογία που εισήγαγε σήμερα το ΥΠΠΟΑ έχει στόχο και την εναρμόνιση των απαιτούμενων προσόντων/κριτηρίων σε όλα τα ΔΗΠΕΘΕ ανεξαρτήτως της νομικής τους μορφής.
Ως γνωστόν η καλλιτεχνική εκπαίδευση στην Ελλάδα είναι αδιαβάθμητη, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι οι απόφοιτοι των Ανώτερων Δραματικών Σχολών, Ωδείων και Σχολών Χορού, μετά το 2004 είναι μετέωροι επειδή δεν υπάρχει τρόπος (επιτροπή) εξομοίωσης των τίτλων σπουδών τους με τους απόφοιτους Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης/Τεχνικής Εκπαίδευσης. Άρα υπάρχει μία μεγάλη μερίδα καλλιτεχνών οι οποίοι σπούδασαν σε Ανώτερες Δραματικές Σχολές και με την κατάργηση της βαθμίδας τα πτυχία τους δεν έχουν αντίκρισμα. Επίσης είναι γνωστό ότι έχει καταργηθεί η άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος για ηθοποιούς και σκηνοθέτες.
Συνεπώς οι καλλιτέχνες κρίνονται αποκλειστικά από το έργο και τη συνολική τους προσφορά στο χώρο που υπηρετούν.
Σημειώνεται δε ότι από τη θεατρική πανεπιστημιακή εκπαίδευση στην Ελλάδα οι πρώτοι πτυχιούχοι αποφοίτησαν μόλις τη δεκαετία του 1990 και είναι κυρίως θεωρητικοί και όχι απαραίτητα καλλιτέχνες.
Όλες οι παραπάνω «αγκυλώσεις» θέτουν σοβαρούς περιορισμούς σε καλλιτέχνες εγνωσμένου κύρους με μακρά παρουσία στον χώρο που δύνανται να συνεχίσουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στα ΔΗΠΕΘΕ, όπως έκαναν μέχρι το 2011.
Για πρώτη φορά φέτος το ΥΠΠΟ προέβη σε αξιολόγηση της πορείας των ΔΗΠΕΘΕ και θέσπισε κριτήρια για την επιχορήγηση τους και τον έλεγχο τους καθώς και την υποχρεωτική ύπαρξη καλλιτεχνικών διευθυντών με σαφή αναφορά στις προγραμματικές συμβάσεις.
Με αυτό το δεδομένο, στις προγραμματικές συμβάσεις που θα υπογραφούν από το 2018, μετά την παρέλευση της μεταβατικής περιόδου, εκτός από τον έλεγχο της τήρησης της συμφωνίας θα υπάρξει θέσπιση καλλιτεχνικών κριτηρίων για την στελέχωση των εν λόγω θέσεων καθώς και τριετή διάρκεια της προγραμματικής συμφωνίας για ουσιαστική και ομαλή λειτουργία των ΔΗΠΕΘΕ και της Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης.
Μέχρι σήμερα η τόσο καίρια θέση του Καλλιτεχνικού Διευθυντή προβλεπόταν μόνο στις προγραμματικές συμβάσεις που υπογράφονταν μεταξύ των ΔΗΠΕΘΕ και του Υπουργείου Πολιτισμού πριν το 2011, τότε που η οικονομική ενίσχυση από αυτό ήταν σημαντική. Έκτοτε τα ΔΗΠΕΘΕ συνέχισαν τη λειτουργία τους χωρίς ουσιαστικό έλεγχο από το ΥΠΠΟΑ.
Συνεπώς η τροπολογία που κατατέθηκε από τον Πάνο Σκουρολιάκο «ευθυγραμμίζεται» με την ιδρυτική φιλοσοφία και τον ρόλο των ΔΗΠΕΘΕ και μελετάται η συνεργασία να γίνει ακόμα πιο ουσιαστική, με έμπρακτη αναβάθμιση και στήριξη των ΔΗΠΕΘΕ που μπορούν έτσι να συμβάλλουν στην περιφερειακή πολιτιστική πολιτική.